Όλη η αλήθεια για τα πούρα Αβάνας…

Σύμβολα δύναμης και κύρους, τα πούρα έχουν συνδεθεί με τον πλούτο και την πολυτέλεια. Ανάμεσα στα πιο ξακουστά είναι και τα κουβανέζικα, γνωστά ως «πούρα Αβάνας». Πότε ξεκίνησαν όμως να καπνίζονται και ποια είναι η ιστορία τους;

Η αρχή της ιστορίας στην Κεντρική Αμερική…

Κουβανή καπνίζει χειροποίητο πούρο

Ακολουθώντας την πορεία των πούρων στο χρόνο, ταξιδεύουμε στην Αμερική της εποχής των Ινδιάνων. Συγκεκριμένα, το φυτό καπνός (nicotiana tabacum)  καλλιεργούταν από τους ιθαγενείς στη χερσόνησο Γιουκατάν (σημερινό Μεξικό) και από εκεί εξαπλώθηκε σε ολόκληρη την Αμερικανική ήπειρο. Η πρώτη επαφή της Ευρώπης με τον καπνό έγινε μέσω του Χριστόφορου Κολόμβου, ο οποίος έφτασε στην Κούβα το 1492. Δύο από τους ναύτες της αποστολής του, λοιπόν, παρατήρησαν ότι οι Ινδιάνοι κάπνιζαν ένα αυτοσχέδιο «πούρο» που έφτιαχναν από στριμμένα, αποξηραμένα φύλλα καπνού, τυλιγμένα σε φύλλα φοίνικα ή μπανανιάς. Οι ναύτες δοκίμασαν αυτά τα πούρα, απέκτησαν τη συνήθεια του καπνίσματος και το παράδειγμά τους ακολούθησαν πολύ γρήγορα και οι υπόλοιποι ναύτες καθώς επίσης και οι Ισπανοί κονκισταδόρες. Επιστρέφοντας στην πατρίδα τους, έφεραν μαζί τους τέτοια πούρα και έτσι η μανία του καπνίσματος άρχισε να καταλαμβάνει αρχικά την Ισπανία και έπειτα την Πορτογαλία και τη Γαλλία, μέσω του Γάλλου Πρέσβη στην Πορτογαλία Jean Nicot, από το όνομα του οποίου βγήκε μάλιστα η λέξη «νικοτίνη». Ακολούθησαν η Ιταλία και η Αγγλία και κάπως έτσι ο καπνός ξεκίνησε να καλλιεργείται συστηματικά στην Αμερική για εμπορικούς σκοπούς. Αρκετοί ήταν τότε αυτοί που απέδιδαν θεραπευτικές ιδιότητες στον καπνό, υπήρξαν όμως και οι φανατικοί πολέμιοί του, όπως ο Φίλιππος Β΄ της Ισπανίας και ο Τζέιμς Α΄ της Αγγλίας.

Η ευρωπαϊκή παραγωγή…

Η σημερινή ονομασία τους προήλθε από τη λέξη «sikar» των Μάγιας η οποία έγινε «cigarro» στα ισπανικά και έφτασε στο «cigar», όπως λέγεται το πούρο στα αγγλικά. Η λέξη αυτή φαίνεται να χρησιμοποιείται από τα μέσα του 18ου αιώνα. Ήταν η εποχή που ξεκίνησε για πρώτη φορά στην Ισπανία η κατασκευή πούρων με καπνό που εισήγαγαν από την Κούβα, η οποία δεν εξήγαγε ακόμη έτοιμα πούρα. Το 1790 άνοιξαν μερικά μικρά εργοστάσια κατασκευής πούρων στα βόρεια των Πυρηναίων, επί γαλλικού εδάφους και λίγο αργότερα στη Γερμανία και την Ολλανδία. Στην Αγγλία η παραγωγή ξεκίνησε το 1820 και μάλιστα επιβλήθηκε εξαιρετικά υψηλή φορολογία στην εισαγωγή ξένων πούρων, καθιστώντας τα είδος πολυτελείας. Με τον καιρό τα ισπανικά πούρα αλλά και αυτά των άλλων ευρωπαϊκών χωρών άρχισαν να θεωρούνται ξεπερασμένα και χαμηλότερης ποιότητας από εκείνα που εν τω μεταξύ είχε ξεκινήσει να παράγει η Κούβα, που ήταν τότε αποικία των Ισπανών.

Κατάστημα πώλησης πούρων στην Αβάνα

Η παραγωγή της Βόρειας Αμερικής…

Τα πούρα έφτασαν στη Βόρεια Αμερική το 1762 μέσω του Israel Putnam, του μετέπειτα στρατηγού της Αμερικανικής Επανάστασης, ο οποίος επισκέφθηκε την Κούβα κατά τη διάρκεια της θητείας του στον αγγλικό στρατό και επιστρέφοντας στο σπίτι του στο Connecticut έφερε μαζί του πούρα Αβάνας αλλά και μεγάλη ποσότητα σπόρων κουβανέζικου καπνού. Οι σπόροι έγιναν φυτείες και στη συνέχεια χτίστηκαν στην περιοχή βιομηχανίες κατασκευής πούρων, η παραγωγή των οποίων κάλυπτε τις ανάγκες του αμερικανικού πληθυσμού. Στις αρχές ωστόσο του 19ου αιώνα, η ντόπια παραγωγή αρχίζει να κλονίζεται από τη ραγδαία εισαγωγή πούρων από την Κούβα. Από το 1860, το πούρο γίνεται το απόλυτο σύμβολο καταξίωσης και πλούτου στις Η.Π.Α. Τόσο στην Αμερική όσο και σε χώρες όπως η Γαλλία και η Αγγλία δημιουργούνται ειδικοί χώροι καπνιστών σε μεγάλα ξενοδοχεία, λέσχες και άλλους δημόσιους χώρους και οι άντρες της υψηλής κοινωνίας αποκτούν τη συνήθεια να απολαμβάνουν μετά το γεύμα τους ένα πούρο, συνοδευόμενο από brandy ή κάποιο άλλο ποτό. Ως φανατικός καπνιστής της Ιστορίας καταγράφεται και ο Πρίγκιπας Εδουάρδος VII της Ουαλίας, παρά τις έντονες αντιδράσεις που είχε από την πλευρά της μητέρας του, Βασίλισσας Βικτώριας.

Από τα χειροποίητα πούρα στη μαζική παραγωγή και στα τσιγάρα…

Ενδεικτικό της λατρείας που ξέσπασε με τα χρόνια για τα πούρα, είναι ένα πολύ ιδιαίτερο περιστατικό που έλαβε χώρα στις αρχές του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου με πρωταγωνιστή έναν άλλο σπουδαίο φανατικό καπνιστή, τον πρωθυπουργό της Αγγλίας Winston Churchill. Ο Τσώρτσιλ είχε μια συγκεκριμένη αγαπημένη μάρκα, όπως συμβαίνει συνήθως με όλους όσους γνωρίζουν από καλό καπνό αλλά και με τους γνώστες των καλών κρασιών. Προτιμούσε τα Hoyo de Monterrey double coronas. Κατά τις πρώτες ημέρες του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, λοιπόν, ο πρωθυπουργός έλαβε ένα πολύ επείγον τηλεφώνημα από τον Διευθυντή της Dunhill, του οποίου το κατάστημα στο Λονδίνο είχε μόλις βομβαρδιστεί στη διάρκεια γερμανικής αεροπορικής επιδρομής. Στόχος του εν λόγω τηλεφωνήματος ήταν να ενημερώσει και να καθησυχάσει τον πρωθυπουργό ότι τα πούρα του ήταν ασφαλή (!), λες και προτεραιότητα του Τσώρτσιλ σε εκείνες τις δύσκολες στιγμές θα ήταν τα… πούρα του!

Τα τσιγάρα που ήταν τυλιγμένα σε τσιγαρόχαρτο έκαναν πρώτη φορά την εμφάνισή τους στις αρχές του 19ου αιώνα, αποτελώντας μια φθηνή εναλλακτική λύση καπνίσματος. Παράλληλα, η αυξημένη ζήτηση σε πούρα οδηγεί μοιραία στην εκβιομηχάνιση και η παραγωγή πούρων από μηχανές ξεκινά στην Κούβα το 1920. Το κάπνισμα συνεχίζει να είναι δημοφιλές μέχρι τις αρχές του 1960, όταν δημοσιεύονται οι πρώτες μελέτες σχετικά με τις αρνητικές επιπτώσεις του στην υγεία του ανθρώπου. Τότε είναι που αρχίζουν να αποκτούν ξανά δημοτικότητα τα χειροποίητα πούρα, τα οποία έκαναν αργότερα «της μόδας» οι διάσημοι stars Jack Nicholson, Arnold Schwarzenegger, Sharon Stone, Demi Moore και Linda Evangelista.

Κουβανέζικα πούρα

Διατήρηση των πούρων…

Το κάπνισμα του πούρου αποτελεί για τους γνώστες ολόκληρη ιεροτελεστία. Καπνίζονται αργά, σε στιγμές χαλάρωσης, για να μπορεί να απολαύσει κανείς πλήρως τη γεύση και το άρωμά τους. Τα καλά πούρα διαθέτουν διακριτές ιδιότητες και χαρακτηριστικά που εξαρτώνται από την ποικιλία του καπνού, την τοποθεσία της καλλιέργειας, το λίπασμα που χρησιμοποιήθηκε και φυσικά την ικανότητα του κατασκευαστή. Συνήθως απευθύνονται σε αγοραστικό κοινό που διαθέτει οικονομική άνεση, παρόλο που αρκετοί άνθρωποι συνηθίζουν να απολαμβάνουν ένα πούρο περιστασιακά και συνήθως για να γιορτάσουν ένα σημαντικό γεγονός. Το κόστος τους ανεβαίνει ανάλογα με τον χρόνο ωρίμανσης του καπνού, τη χειρωνακτική εργασία που έχει καταβληθεί στην περίπτωση των χειροποίητων πούρων καθώς επίσης την ποιότητα του καπνού αλλά και την καλή αποθήκευσή τους. Ως φυσικό, οργανικό προϊόν, απαιτείται η διατήρησή τους σε σωστές περιβαλλοντικές συνθήκες, όπως ακριβώς γίνεται και με τα τρόφιμα. Ιδανικό περιβάλλον είναι το υγρό περιβάλλον, χωρίς έντονο κρύο ή ζέστη, οπότε τα σπίτια με κεντρική θέρμανση ή κλιματισμό αποτελούν εχθρό για τη διατήρησή τους. Υπάρχουν ωστόσο τρόποι για να διατηρήσουμε τα πούρα για όσο το δυνατόν μεγαλύτερο χρονικό διάστημα χωρίς να ξεραθούν. Πρώτα και κύρια, μπορούμε να αγοράσουμε έναν υγραντή (humidor), μια ειδική δηλαδή θήκη που τα κρατάει νωπά και η οποία ποικίλει από μικρά, δερμάτινα θηκάκια μεταφοράς και ταξιδίου μέχρι μεγάλα ειδικά έπιπλα. Εναλλακτικά, υπάρχουν πιο φθηνοί αν και λιγότερο αποτελεσματικοί τρόποι όπως να τα διατηρήσουμε μέσα στα κουτιά τους, μακριά από πηγές θερμότητας, σε αεροστεγές μέρος. Μπορούμε π.χ. να βάλουμε το κουτί τους σε ένα ντουλάπι, έχοντας φροντίσει όμως να βάλουμε στο ντουλάπι ένα βρεγμένο σφουγγάρι και ελέγχοντας συχνά για να μη στεγνώσει το σφουγγάρι. Αν το κουτί τους έχει ανοιχτεί, μπορούμε να το τοποθετήσουμε μέσα σε μια σακούλα, να ψεκάσουμε με νερό το εσωτερικό της και κατόπιν να τη σφραγίσουμε.

Εργοστασιακά πούρα VS πούρα «από το χωράφι»…

Η αποθήκη αποξήρανσης καπνού στη φυτεία του Benito

Στο ταξίδι μας στην Κούβα είχαμε την τύχη να επισκεφθούμε ένα εργοστάσιο παρασκευής πούρων αλλά και μια φυτεία παραγωγής καπνού και να εξετάσουμε τις ομοιότητες και τις διαφορές ανάμεσα στα λεγόμενα «εργοστασιακά» πούρα και σε αυτά που κατασκευάζονται «στα χωράφια». Στο εργοστάσιο «La Corona» της Αβάνας παρακολουθήσαμε τους εργάτες και τις εργάτριες επί τω έργω και ενημερωθήκαμε για τις συνθήκες εργασίας τους (βλ. λεπτομέρειες στο άρθρο μου για την Αβάνα, εδώ). 

Ο Ismael με δεμάτια φύλλων καπνού

Στη συνέχεια επισκεφθήκαμε τη φάρμα του Benito, στην περιοχή του Pinar del Rio και ξεναγηθήκαμε από τον υπάλληλό του, τον Ismael. Να πούμε σε αυτό το σημείο ότι οι αγρότες καπνού απολαμβάνουν ένα ειδικό καθεστώς στην Κούβα μιας και είναι –φαινομενικά- απαλλαγμένοι από τη φορολογία. Είναι υποχρεωμένοι ωστόσο να δίνουν τη μισή από την παραγωγή τους στο κράτος, οπότε καταλαβαίνουμε ότι έστω και έμμεσα υπόκεινται σε ένα είδος φορολόγησης. Την άλλη μισή παραγωγή μπορούν είτε να την πουλήσουν στη λαϊκή αγορά είτε να την πουλήσουν και αυτήν στο κράτος, αν φοβούνται ότι θα τους μείνει, σε τιμές όμως που καθορίζει το ίδιο το κράτος. Ο Ismael με αρκετή δόση χιούμορ μας εξήγησε ότι επειδή οι τιμές που καθορίζει το κράτος είναι σαφώς χαμηλές, οι Κουβανοί έχουν με τα χρόνια εξασκηθεί σε… δικά τους μαθηματικά! Όπως χαρακτηριστικά μας είπε: «Το 90% της παραγωγής το παίρνει το κράτος και το υπόλοιπο… 20% το κρατάει το αφεντικό μου, γιατί καπνίζει πολύ!». Όσο και να καπνίζει το αφεντικό του, το γεγονός είναι ότι οι αγρότες αναγκάζονται να δηλώσουν στο κράτος λιγότερες ποσότητες από αυτές που πραγματικά παράγουν και να κρατήσουν ένα μικρό «μαύρο» ποσοστό για τον εαυτό τους, το οποίο στη συνέχεια πουλούν σε τουρίστες, χωρίς φυσικά να το δηλώσουν. Εμείς λοιπόν, ως επισκέπτες της χώρας, έχουμε δικαίωμα να φύγουμε έχοντας στις βαλίτσες μας έως 50 τεμάχια πούρα ο καθένας, ασχέτως από πού τα έχουμε αγοράσει. Μπορούμε να τα προμηθευτούμε είτε από τα ειδικά κρατικά καταστήματα πώλησης καπνού είτε απευθείας από τους παραγωγούς στις φυτείες. Τι μας συμφέρει καλύτερα; Τι κερδίζουμε και τι χάνουμε σε κάθε περίπτωση; Η πραγματικότητα έχει ως εξής…

Ας ξεκινήσουμε με την παραδοχή ότι, όπως είδαμε προηγουμένως, ο καπνός που περιέχουν τα «εργοστασιακά» πούρα είναι ακριβώς ο ίδιος που περιέχουν και τα πούρα «του χωραφιού»! Όσον αφορά λοιπόν την ποιότητα του καπνού, οι δύο εναλλακτικές μας δεν διαφέρουν σε τίποτα. Αυτό στο οποίο διαφέρουν είναι η… ταμπέλα! Τι εννοώ; Τα φύλλα καπνού βγαίνουν από το ίδιο χωράφι και περνούν από την ίδια διαδικασία αποξήρανσης μέσα στις ειδικές αποθήκες της φυτείας. Κάποια από αυτά θα πάνε έπειτα στα κρατικά εργοστάσια κατασκευής πούρων και κάποια θα παραμείνουν στη φυτεία. Και τα μεν και δε, θα βγάλουν πούρα χειροποίητα. 

Επίδειξη τυλίγματος πούρων

Στα μεν το τύλιγμα θα γίνει από τους εργάτες του εργοστασίου και στα δε από τους υπαλλήλους της φυτείας, όπως ο φίλος μας ο Ismael, ο οποίος μας έκανε επιτόπου επίδειξη τυλίγματος πούρου και μας έδωσε να το δοκιμάσουμε. Η βασική διαφορά έγκειται στο ότι τα «εργοστασιακά» θα πρέπει απαραιτήτως να περάσουν μετά από ποιοτικό έλεγχο, κάτι που φυσικά δεν υφίσταται στο χωράφι. Ο έλεγχος αυτός δεν έχει καμία σχέση με την ποιότητα του καπνού (που όπως ξεκαθαρίσαμε είναι η ίδια) αλλά με το τύλιγμα του πούρου. Θα πρέπει, δηλαδή, όλα τα πούρα που βγαίνουν από το εργοστάσιο να είναι πανομοιότυπα μεταξύ τους, να είναι τυλιγμένα σωστά και να έχουν το ίδιο ακριβώς μήκος και σχήμα. Όσα δεν πληρούν τις προϋποθέσεις, κόβονται από τον έλεγχο ως ελαττωματικά και δίνονται στους εργαζόμενους για δική τους χρήση. Αυτοί μπορούν να τα καπνίσουν όποτε θέλουν στη διάρκεια της βάρδιάς τους, δεν μπορούν όμως να τα πάρουν μαζί τους εκτός κτηρίου γιατί απαγορεύεται να τα πουλήσουν. Αρκετοί ωστόσο μας πλησίασαν, όσο βρισκόμασταν μέσα στο εργοστάσιο και χαμηλόφωνα προσπάθησαν να μας πουλήσουν τέτοια πούρα, εννοείται σε τιμές χαμηλότερες από ότι έχουν στο επίσημο εμπόριο. Τα πούρα τώρα που περνούν τον έλεγχο, προχωρούν στο επόμενο στάδιο που είναι αυτό της τοποθέτησης της ετικέτας. Έτσι έχουμε π.χ. τα πούρα Cohiba, Monterrey, Montecristo, Romeo y Julieta. Τα πούρα επίσης διακρίνονται από την άκρη τους, αν είναι στρογγυλεμένη, μυτερή ή πυραμιδοειδής αλλά και από το πόσο λεπτά ή χοντρά είναι. Μάλιστα ο κάθε διάσημος καπνιστής που αγαπούσε τα πούρα, από τον Churchill μέχρι τον Fidel Castro και τον Che Guevara (ο οποίος έπασχε από άσθμα αλλά το κουβανέζικο πούρο ήταν η μοναδική απόλαυση που επέτρεπε στον εαυτό του) είχε συγκεκριμένη προτίμηση σε μάρκα ή σχήμα πούρου! Από την άλλη, τα πούρα που μπορούμε να προμηθευτούμε από την φυτεία δεν είναι βέβαια καλοσχηματισμένα και ομοιόμορφα αλλά ακριβώς επειδή είναι κάπως πιο… στραβοχυμένα και στερούνται ετικέτας, είναι επίσης πολύ-πολύ πιο οικονομικά. 

Αγροτόσπιτο σε φυτεία καπνού

Η τελική επιλογή για το ποια θα προτιμήσετε είναι δική σας… Συνοψίζοντας θα πω μόνο ότι ποιοτικά, τόσο τα «εργοστασιακά» όσο και «του χωραφιού» είναι τα ίδια, περιέχουν τον ίδιο καπνό, απλώς τα «εργοστασιακά» είναι σαφώς πιο καλαίσθητα, φυλάσσονται σε ειδικά κουτιά και φέρουν συγκεκριμένο label. Τα «χωραφίσια» είναι λιγότερο εμφανίσιμα, δεν έχουν ταμπέλα και πωλούνται πολύ φθηνά. Εμείς αυτό που κάναμε ήταν να αγοράσουμε από κατάστημα μερικά πούρα καλής μάρκας, είτε για να τα κάνουμε δώρο είτε για να τα φυλάξουμε ως ενθύμιο του ταξιδιού μας και να πάρουμε από φυτεία καμιά εικοσαριά χύμα πούρα χωρίς ετικέτα για να καταναλωθούν πιο άμεσα. Κλείνοντας, θα αναφέρω ενδεικτικά ότι ένα «καλό» πούρο (δηλαδή με ετικέτα) θα το βρείτε στην Κούβα (σε αναλογία ευρώ) από περίπου 20 € μέχρι… όσο πάει, ενώ τα πούρα «του χωραφιού» πωλούνται συνήθως σε ματσάκια των δέκα τεμαχίων προς 10 € το ματσάκι, δηλαδή μόλις… 1 € το πούρο!                  

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Παραδοσιακή πολωνική σούπα zurek

Τι είναι το kaymak και πώς μπορούμε να το φτιάξουμε;

Szentendre: Το χωριό των καλλιτεχνών

Γλυκιά πατσαβουρόπιτα Λέρου

Οι ιστορικές πλατείες της Ρώμης