Στο ακριτικό Μαράθι…
Οι ομορφιές που κρύβουν τα ελληνικά νησιά
είναι γνωστές παγκοσμίως. Πάντα πίστευα ωστόσο ότι την αληθινή, την αυθεντική
ομορφιά δεν τη βρίσκεις στα πιο πολυφωτογραφημένα μέρη. Πρέπει να έχεις διάθεση
να την αναζητήσεις στα πιο απίθανα μέρη και να την ανακαλύψεις μόνος σου.
Πρέπει να μάθεις να μην αποζητάς την ευκολία, να ψάχνεις και να αφιερώνεις
χρόνο ακόμα και στα μέρη που οι άλλοι επιμένουν να αγνοούν. Να μάθεις να αφουγκράζεσαι
όσα έχει ένας τόπος να σου αποκαλύψει. Επίσης πάντα με γοήτευε η μοναχική
ομορφιά που έκρυβαν τα πιο ακριτικά σημεία της Ελλάδος. Οι πιο απάτητοι τόποι,
τα πιο παρθένα δάση και τα πιο άγνωστα νησιά. Έτσι, όταν βρέθηκα κάποιο
καλοκαίρι στην Πάτμο, ήξερα από την αρχή ότι θα αφιέρωνα σίγουρα χρόνο για να
γνωρίσω και τα μικρότερα νησάκια που βρίσκονται διάσπαρτα στο πέλαγος γύρω της.
Τρεις μέρες περίμενα καρτερικά να κοπάσουν τα μελτέμια του Αυγούστου στο Αιγαίο
για να μπορέσει το καΐκι να αποπλεύσει από το λιμάνι της Σκάλας στην Πάτμο και
να μας οδηγήσει στο Μαράθι. Ακριβώς μια μέρα πριν τελειώσουν οι διακοπές μου, ο
θεός Αίολος είπε να μας χαμογελάσει. Ο άνεμος κόπασε και το καΐκι μπόρεσε να
βγει στα ανοιχτά…
Μια μικροσκοπική νησίδα είναι το Μαράθι. Με συνολική ακτογραμμή γύρω στα 4 χλμ. και με έναν μικρούλη
οικισμό. Ανήκει στο σύμπλεγμα των Αρκιών και είναι ένα από τα
νησάκια-δορυφόρους των μεγαλύτερων νησιών που απαρτίζουν τα Δωδεκάνησα. Για να
το επισκεφθεί κανείς θα πρέπει είτε να διαθέτει δικό του σκάφος είτε να πάρει
το καΐκι από την Πάτμο που όμως εκτελεί δρομολόγια μόνο κατά την καλοκαιρινή
περίοδο. Παρόλα αυτά οι επισκέπτες που φτάνουν εδώ κάθε χρόνο προέρχονται από
όλο τον κόσμο! Αναζητούν κι αυτοί τη γαλήνη και την ηρεμία που μπορούν να βρουν
μόνο σε έναν τόπο δίχως καυσαέρια, δίχως αυτοκίνητα και δίχως πολυκοσμία. Έναν
τόπο όπου μπορούν να χαλαρώσουν ακούγοντας μονάχα τον ήχο της θάλασσας, τα
πουλιά, τα κοκόρια και τα τζιτζίκια.
Οι πρώτοι κάτοικοι που εγκαταστάθηκαν στο
Μαράθι ζούσαν σε σχεδόν πρωτόγονες συνθήκες, διέμεναν σε μικρά σπιτάκια χωρίς
καθόλου ανέσεις και διαθέτοντας μόνο τα απολύτως απαραίτητα, ίσως ούτε και
αυτά! Ασχολούνταν με το ψάρεμα, την καλλιέργεια φάβας και την εκτροφή
κατσικιών. Με τον καιρό δεν άντεξαν και εγκατέλειψαν το νησί αναζητώντας την
τύχη τους αλλού.
Το εκκλησάκι του Αγ. Νικολάου |
Ο παλιός οικισμός τους παραμένει μέχρι σήμερα εγκαταλελειμμένος
στην κορυφή του λόφου και το μόνο κτήριο που στέκεται ακόμη όρθιο είναι το
μικρό μοναστήρι του Αγίου Νικολάου. Έφυγαν λοιπόν οι κάτοικοι και το νησί
μαράζωσε. Έμεινε πίσω ένας άνθρωπος που, από το 1981 μέχρι και το 1991 που
έφυγε από τη ζωή, ήταν ο μοναδικός κάτοικος στο Μαράθι! Έζησε σε ένα μικρό
σπιτάκι πλάι στο μοναστήρι του Αγίου Νικολάου και ήταν ένας ελεύθερος και
γενναίος άνθρωπος. Ένας αληθινός ακρίτας που κατάφερε να επιβιώσει χωρίς ρεύμα
και χωρίς τα απαραίτητα που χρειάζεται να έχει ένας άνθρωπος ώστε να καλύπτει
τις βασικές του ανάγκες επιβίωσης. Αξίζει να ανέβει κανείς ως την κορυφή του
λόφου, όχι μόνο για να δει από κοντά τα εναπομείναντα έρημα και μισογκρεμισμένα
σπιτάκια του παλιού οικισμού αλλά και για να απολαύσει τη θέα στη θάλασσα και
το καταπληκτικό ηλιοβασίλεμα. Όλο κι όλο το νησί είναι μόλις μια σπιθαμή
άλλωστε! Μέσα σε λιγότερο από μια ώρα το έχεις περπατήσει ολόκληρο…
Σήμερα το Μαράθι είναι και πάλι κατοικημένο,
χάρη στη γενναία απόφαση που πήραν τρία αδέλφια να έρθουν και να εγκατασταθούν
μόνιμα εδώ. Ο Μιχάλης, η Πόπη και ο Δημήτρης Κάβουρας λοιπόν είναι οι μοναδικοί
κάτοικοι που ζουν το χειμώνα στο Μαράθι! Μόνοι τους έχτισαν το σπίτι τους,
μόνοι τους έφτιαξαν την ταβέρνα και τα ενοικιαζόμενα δωμάτια που τους
εξασφαλίζουν τα προς το ζην. Με το που φτάνει το καΐκι στο λιμανάκι, αντικρίζεις την παραλία και δυο ταβέρνες. Στα αριστερά του Μιχάλη και στα δεξιά
του Παντελή. Οι ίδιοι είναι ιδιοκτήτες και στα ενοικιαζόμενα δωμάτια.
Λειτουργούν μόνο κατά την καλοκαιρινή περίοδο. Το χειμώνα δεν φτάνει επισκέπτης
στο νησί. Η παραλία είναι χαριτωμένη, έχει πεντακάθαρα νερά και άμμο. Το μπάνιο
εδώ είναι πραγματική απόλαυση. Ειδικά όταν σε περιμένει μετά γεύμα με φρέσκα
ψάρια και θαλασσινά σε ένα τραπεζάκι πλάι στο κύμα…
Αν θέλω βέβαια να είμαι απόλυτα ειλικρινής
και να μην παρουσιάζω μονάχα την ειδυλλιακή πλευρά της πραγματικότητας, υπήρξε
και κάτι που κάπως με ενόχλησε… Με ενόχλησε η τουριστική εκμετάλλευση που
μοιραία επέρχεται όλο και περισσότερο με τα χρόνια. Ίσως επειδή το μόνο μέσο
επιβίωσης που έχουν οι οικογένειες εδώ είναι οι ταβέρνες και τα ενοικιαζόμενα,
ομολογώ πως αισθάνθηκα λιγάκι πως όλα λειτουργούν με μια φιλοσοφία τύπου «σου πουλάω παράδεισο!». Είναι σαν να
επιδιώκεις να ανακαλύψεις κάτι αυθεντικό και να σου προκύπτει κάτι τελείως
στημένο, καμουφλαρισμένο με την ταμπέλα του «αυθεντικού». Σαν να παίρνεις τον
τουρίστα και να τον πηγαίνεις εκβιαστικά και με το ζόρι στην Πλάκα για «original greek mousaka» προσπαθώντας να τον πείσεις ότι «ανακάλυψε» μονομιάς τι εστί Ελλάδα! Δεν
θέλω, βρε αδερφέ, να στριμωχτώ σε ένα τουριστικό σκάφος μαζί με ένα τσούρμο
τουρίστες, γιαγιάδες που μιλούν ακατάπαυστα, μικροαστικές οικογένειες με
πιτσιρίκια που τσιρίζουν διαρκώς και κάνουν κυριολεκτικά απόβαση κατά
μπουλούκια στον μικροσκοπικό αυτό παράδεισο… Δεν θέλω να στριμωχτώ μαζί τους σε
μια κατάμεστη ταβέρνα, να υποφέρω από την οχλαγωγία τους και να περιμένω δέκα
ώρες για να μου σερβιριστεί το φαγητό μου. Αυτές τις ώρες, το βλέπεις καθαρά
ότι ακόμα και οι ντόπιοι μαγαζάτορες μοιάζουν σαν ψάρια έξω από τα νερά τους!
Δεν έχουν την πείρα και την ικανότητα να διαχειριστούν τόσο μεγάλο πλήθος
πελατών. Τα πιάτα αργούν να ετοιμαστούν και να σερβιριστούν, οι μερίδες δεν
είναι αρκετές, οι ελλείψεις είναι εμφανείς και τελικά οι τιμές που καλείσαι να
πληρώσεις δεν είναι αντάξιες της ποιότητας των προσφερόμενων παροχών. Το πράγμα
βέβαια έχει την εξήγησή του...
Οι περισσότεροι που έρχονται στο Μαράθι είναι
επισκέπτες λίγων ωρών. Παίρνουν μια γεύση από το νησί, κάνουν μια βουτιά, τρώνε
στην ταβέρνα και έπειτα φορτώνονται στο πλοιάριο και ξαναφεύγουν. Τα πλοιάρια
«σκάνε» όλα μαζί στο νησί και όλα μαζί αποχωρούν, οπότε αν είσαι από αυτούς που
αποζητάς ηρεμία, ψυχική ανάταση και επαφή με τη φύση, μάλλον το έχεις χάσει το
παιχνίδι! Για να τα βρεις αυτά, θα πρέπει να περιμένεις να βραδιάσει. Να
εξαφανιστούν οι… «ορδές των βαρβάρων», να απομείνουν εδώ μόνο οι ντόπιοι και οι
λιγοστοί εκδρομείς που μένουν στα ενοικιαζόμενα δωμάτια, να γίνετε όλοι μια
παρέα, πίνοντας ούζα και συζητώντας μέχρι αργά… Ίσως έτσι να καταφέρεις να
ανακαλύψεις λίγη από την αυθεντικότητα του τόπου αυτού και ίσως έτσι καταφέρεις
να νιώσεις λίγη από την παραδεισένια αρμονία που κρύβει το Μαράθι…
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου